Σύσκεψη για φορολογικές ελαφρύνσεις - Τα μέτρα που προωθούνται
Φορολογικές ελαφρύνσεις άμεσης απόδοσης για την τσέπη των καταναλωτών (και ψηφοφόρων) οι οποίες όμως να είναι κομμένες και ραμμένες στις αντοχές του προϋπολογισμού αναζητά το οικονομικό επιτελείο.
Από τη σημερινή δήλωση του υπουργού Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτου στην εφημερίδα Έθνος, προκύπτει ότι η ελληνική πλευρά θα επιδιώξει οι όποιες ανακοινώσεις ελαφρύνσεων να γίνουν αφού προηγουμένως εξασφαλιστεί η συναίνεση των θεσμών.
«Θα διεκδικήσουμε πράγματα γιατί έχουμε κερδίσει την αξιοπιστία μας είπε ο κ. Τσακαλώτος». H λέξη διεκδίκηση που χρησιμοποίησε, παραπέμπει στο ότι θα επιδιωχθεί να αποφευχθούν οι μονομερείς ενέργειες από ελληνικής πλευράς. Για να γίνει αυτό, θα πρέπει με την άφιξη των θεσμών στις 6 Μαίου, να τεθεί αμέσως το θέμα των πλεονασμάτων και της αναθεώρησης των στόχων για το 2019 στο πλαίσιο κατάρτισης του μεσοπρόθεσμου προγράμματος δημοσιονομικής στρατηγικής.
Νωρίτερα, υπήρξε συνάντηση του υπουργού Οικονομικών με τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα. Ένα από τα μέτρα που προωθούνται είναι η επαναφορά της έκπτωσης φόρου (1,5%) για όσους πληρώνουν εφάπαξ τις φορολογικές τους υποχρεώσεις. Επίσης, φαίνεται ότι οι παροχές θα μοιραστούν σε δύο κομμάτια. Το πρώτο θα έχει να κάνει με μέτρα μόνιμου χαρακτήρα (όπως για παράδειγμα η μείωση του ΦΠΑ ή η μετάταξη προϊόντων και υπηρεσιών από τον υψηλό στον χαμηλό συντελεστή) και το δεύτερο με μέτρα τα οποία θα έχουν εφάπαξ χαρακτήρα.
Η κυβέρνηση θα προβάλει ένα ισχυρό επιχείρημα και αυτό είναι ότι το 2018, με τον στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος στο 3,5%, αυτό διαμορφώθηκε τελικώς στο 5,5% Ακόμη και μετά τη διανομή του έκτακτου κοινωνικού μερίσματος και την επιστροφή των αναδρομικών στους ενστόλους, απέμεινε τελικώς ένα ποσό της τάξεως του 1,5 δις. ευρώ ως υπερπλεόνασμα το οποίο θα μπορούσε να αξιοποιηθεί για τη χρηματοδότηση ευνοϊκών και αναπτυξιακών μέτρων.
Δύο είναι τα βασικά ερωτήματα στα οποία θα πρέπει να απαντήσει η κυβέρνηση μέσα στις επόμενες ημέρες. Πρώτον, ποιος είναι ο διαθέσιμος δημοσιονομικός χώρος. Η απάντηση δεν είναι εύκολη καθώς το ποσό που θα επιλεγεί δεν θα καταβληθεί εφάπαξ αλλά θα επηρεάζει τους προϋπολογισμούς και των επόμενων ετών δεδομένου ότι θα αφορά σε μέτρο μόνιμου χαρακτήρα. Εκτιμάται ότι το ποσό θα κυμαίνεται ανάμεσα στα 600 και στα 900 εκατ. ευρώ.
Η τελική άσκηση, εκτός από τον φετινό προϋπολογισμό, πρέπει να λάβει υπόψη και το αίτημα της ελληνικής πλευράς για διατήρηση του αφορολογήτου η οποία θα κοστίσει επιπλέον δύο δις. ευρώ. Στις διαβουλεύσεις με τους θεσμούς είναι βέβαιο ότι θα τεθεί το θέμα του δημοσιονομικού ρίσκου που προκύπτει από τις αναδρομικές διεκδικήσεις μισθωτών του δημοσίου και συνταξιούχων αλλά και το γεγονός ότι για να παραχθούν τα υπερπλεονάσματα, έχουν υποχωρήσει κατακόρυφα οι επενδύσεις.
Το δεύτερο βασικό ερώτημα έχει να κάνει με το ποια θα είναι τελικώς η σύνθεση των μέτρων που θα ανακοινωθούν. Οι προτάσεις που έχουν πέσει στο τραπέζι είναι ουκ ολίγες. Η μείωση των συντελεστών του ΦΠΑ έχει το πλεονέκτημα ότι είναι μέτρο άμεσης απόδοσης καθώς ψηφίζεται τη μια μέρα και περνάει στις τιμές των προϊόντων και των υπηρεσιών την επόμενη. Το ίδιο ισχύει και με τη μείωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα καύσιμα. Η τιμή της αμόλυβδης βρίσκεται ήδη στα ύψη λόγω της απαγόρευσης εξαγωγών του Ιράν οπότε μια μείωση του ειδικού φόρου θα αποτελούσε «βάλσαμο» για τα εκατομμύρια των οδηγών.
Στον τομέα των έμμεσων φόρων, η κυβέρνηση μπορεί να προσαρμόσει το δημοσιονομικό κόστος στα μέτρα του πρωτογενούς πλεονάσματος. Γι’ αυτό και έχει πέσει στο τραπέζι η ιδέα της μετάταξης προϊόντων από τον υψηλό συντελεστή στον χαμηλό αντί να προχωρήσει μια γενική μείωση συντελεστή η οποία θα αφορούσε μεν σε μεγαλύτερο αριθμό προϊόντων και υπηρεσιών αλλά με «επιδόσεις» που θα ήταν λίγο πολύ ανεπαίσθητες.
Η καταβολή των αναδρομικών στους συνταξιούχους (έστω και για την περίοδο από τον Ιούνιο του 2015 έως τον Μάιο του 2016, αποτελεί «ζεστό χρήμα» στις τάξεις των συνταξιούχων. Μπορεί να μην τους ικανοποιεί απόλυτα (δεδομένου ότι ειδικά όσοι έχουν κάνει αγωγές διεκδικούν χρήματα έως και τον Ιανουάριο του 2019) ωστόσο αποτελεί ένεση ρευστότητας. Είναι ένα μέτρο με «εφάπαξ» κόστος και εντάσσεται στο δεύτερο πακέτο που έλεγε νωρίτερα κυβερνητικός αξιωματούχος.
Τα φορολογικά μέτρα –η μείωση του κατώτατου συντελεστή- μπορούν να φανούν άμεσα στην τσέπη μόνο αν ισχύσει και για τη φορολόγηση των φετινών εσοδημάτων. Είναι ένα ακριβό μέτρο το οποίο θα περιπλέξει τα πράγματα όσον αφορά στην παρακράτηση του φόρου ενώ θα πρέπει να λειτουργήσει συνδυαστικά και με την απόφαση για τη διατήρηση του αφορολόγητου
Φωτογραφία: INTIMENEWS
http://www.thetoc.gr/