Εφτασε και στην Ελλάδα ο φόβος και ο πόλεμος των εμβολίων
ΜΑΝΩΛΗΣ ΑΝΔΡΙΩΤΑΚΗΣ
Δεν υπάρχει τεχνολογική εφεύρεση χωρίς κινδύνους, δεν υπάρχει ιατρική παρέμβαση που να μην εμπνέει φόβους και ανησυχίες στους ανθρώπους.
Τα εμβόλια συνιστούν μια καινοτόμο εφαρμογή προληπτικής ιατρικής που έχει προκαλέσει έντονα συναισθήματα στην ανθρωπότητα, γιατί αφορά το συνδυασμό της τεχνολογίας με την υγεία. Επιπλέον, παραγγέλλονται απ’ το κράτος και γίνονται κατά κύριο λόγο σε μικρά παιδιά. «Οι άνθρωποι δεν βλέπουν τα βακτήρια», μου λέει o ειδήμων Πολ Οφιτ, «αλλά βλέπουν τις ενέσεις». Τις ενέσεις που εισάγουν σ’ έναν υγιή οργανισμό τους απειλητικούς μικροοργανισμούς, νεκρούς ή εξασθενημένους, ώστε διεγείροντας το ανοσοποιητικό του σύστημα να παραγάγει τα δικά του αντισώματα. Μ’ αυτόν τον τρόπο, αν στο μέλλον προσπαθήσει να μπει στον οργανισμό εκ νέου ο συγκεκριμένος μικροοργανισμός, τα αντισώματα που ήδη υπάρχουν μέσα του θα τον εξουδετερώσουν κι έτσι δεν θα νοσήσει.
Ολοι οι υπέρμαχοι των εμβολίων με τους οποίους μίλησα υποστηρίζουν ότι το ρίσκο του εμβολίου είναι μικρότερο απ’ το ρίσκο του μη εμβολιασμού. Σύμφωνα με τον γιατρό του Ευρωπαϊκού Γραφείου του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας Μαρκ Μάσκατ, «οι εμβολιασμοί είναι οι πιο επιτυχημένες και συμφέρουσες παρεμβάσεις προς όφελος της υγείας της ανθρωπότητας κι έχουν σώσει αναρίθμητες ζωές ανά τον πλανήτη». Την ίδια στιγμή, εναλλακτικοί κυρίως γιατροί θεωρούν τα εμβόλια μια υπερτιμημένη και επικίνδυνη εφεύρεση που ωφελεί μόνο τα ταμεία των φαρμακοβιομηχανιών και υποστηρίζουν δημόσια ότι οι θανατηφόρες μεταδοτικές ασθένειες εξαφανίζονται απ’ τον πλανήτη όχι λόγω των εμβολιασμών, αλλά εξαιτίας της ανόδου του βιοτικού μας επιπέδου. Το σύνολο των αντιεμβολιαστών μού δήλωσαν ξεκάθαρα ότι τα εμβόλια είναι μέρος του προβλήματος και όχι της λύσης.
Στις ΗΠΑ, σύμφωνα με το καθ’ ύλην αρμόδιο CDC (Centers for Disease Control and Prevention), ένα ποσοστό 1 με 2% των γονέων επιλέγει συνειδητά να μην εμβολιάσει τα παιδιά του και ένα 10 με 20% τα καθυστερεί. Σύμφωνα με έρευνα της εταιρείας CivicScience, το προφίλ του μέσου Αμερικανού αντιεμβολιαστή είναι ένας μέσης ηλικίας άνδρας με απολυτήριο λυκείου, χαμηλό εισόδημα και μια τάση να πιστεύει ότι η ψήφος του δεν μετράει. Στην Ελλάδα, καθώς το εθνικό ηλεκτρονικό μητρώο εμβολιασμών βρίσκεται ακόμα υπό σύσταση, το μόνο εργαλείο μέτρησης που διαθέτουμε είναι δύο πρόσφατες δειγματοληπτικές μελέτες.
Στην Ελλάδα
Η «εθνική μελέτη κατάστασης εμβολιασμού των παιδιών» (που έγινε με τη χρηματοδότηση του ΚΕΕΛΠΝΟ) τόσο του 2012 (παιδιά έως 6 ετών) όσο και του 2014 (παιδιά έως 2 ετών) καταδεικνύει ότι η εμβολιαστική κάλυψη των παιδιών στη χώρα μας είναι γενικά υψηλή. Τα ευρήματα επίσης δείχνουν ότι πολλές δόσεις καθυστερούν, ότι τα ποσοστά κάλυψης στο αντιγριπικό εμβόλιο είναι χαμηλά και ότι η κάλυψη παιδιών μεταναστών και Ρομά είναι μέτρια ή χαμηλή. Το πιο ενδιαφέρον, όμως, είναι ότι 1 στους 3 δηλώνει ότι η στάση του για τα εμβόλια έγινε πιο επιφυλακτική έπειτα απ’ το θόρυβο για το εμβόλιο της πανδημικής γρίπης του 2009. «Παρόλο που η πλειονότητα των γονιών έχει θετική διάθεση απέναντι στα εμβόλια και αναγνωρίζει τα οφέλη τους», σημειώνει ο δόκτωρ Μάσκατ, «υπάρχουν κάποιοι που έχουν εφησυχάσει».
«Εχουμε γονείς», μου λέει η κ. Μαρία Θεοδωρίδου, καθηγήτρια Παιδιατρικής και αντιπρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών, «που λένε: “Αφού δεν έχουμε πολιομυελίτιδα, γιατί να κάνουμε το εμβόλιό της;”. Επομένως, χρειάζεται μια υπενθύμιση των λοιμωδών νοσημάτων. Εχουν ξεχαστεί. Τώρα βέβαια ζούμε και μια συγκυρία, τη μετακίνηση ανθρώπων λόγω του προσφυγικού, κατά την οποία θα θυμηθούμε παλιά λοιμώδη νοσήματα, διότι βλέπουμε πληθυσμούς, όπως στη Συρία με άριστο πρόγραμμα εμβολιασμού για την πολιομυελίτιδα στο παρελθόν, να μειώνουν την εμβολιαστική τους κάλυψη στο ήμισυ εξαιτίας του πολέμου, με συνέπεια να σημειώνονται κρούσματα παραλυτικής μορφής πολιομυελίτιδας σε παιδιά. Είναι ένα σήμα συναγερμού αυτό».
«Οι άνθρωποι επιλέγουν να μην εμβολιάζουν τα παιδιά τους» -μου λέει ο παιδίατρος, ειδήμων των εμβολίων και συγγραφέας του βιβλίου «Φονικές επιλογές - Πώς το αντιεμβολιαστικό κίνημα μας απειλεί όλους» (εκδόσεις Basic Books) Πολ Οφιτ- «γιατί δεν φοβούνται τις αρρώστιες. Δεν τις βλέπουν πια κι έτσι δεν νιώθουν να τους αφορούν. Οι γονείς μου, που ήταν παιδιά του ’20 και του ’30, είδαν τη διφθερίτιδα σαν τον κοινό δολοφόνο των εφήβων, την πολιομυελίτιδα σαν τον στραγγαλιστή των παιδιών. Εγώ είμαι παιδί του ’50 και του ’60 και είχα ιλαρά, είχα κοκκύτη, είχα ανεμοβλογιά, αλλά τα παιδιά μου, που είναι σήμερα στα 20 τους, δεν βλέπουν αυτές τις αρρώστιες κι έτσι δεν νιώθουν ότι τους αφορούν». «Τα εμβόλια», προσθέτει η κυρία Θεοδωρίδου, «έχουν πέσει θύματα της επιτυχίας τους».
Μία από τις πλέον ενεργούς αγωνίστριες ενάντια στα εμβόλια είναι η Αμερικανίδα Μπράντι Βον. Πρόσφατα, η νεαρή γυναίκα ξεκίνησε την καμπάνια «Learn the risk» (Μάθε το ρίσκο), όπου μηνύματα ενάντια στους εμβολιασμούς αναρτώνται σε μεγάλες διαφημιστικές πινακίδες στο Λος Αντζελες. «Πρέπει να πάρουμε την υγεία στα χέρια μας», μου λέει η Βον, «και πρέπει να κάνουμε τη δική μας έρευνα. Οπως είπε ο Σωκράτης, το φάρμακο είναι το φαγητό. Δεν πρέπει να αφήνουμε την υγεία μας να πουλιέται στον υψηλότερο πλειοδότη, δηλαδή στις φαρμακοβιομηχανίες».
«Ολα γίνονται για το κέρδος»
Η Βον από το 2001 έως το 2003 εργαζόταν σε μια μεγάλη πολυεθνική φαρμακοβιομηχανία και πωλούσε ένα φάρμακο το οποίο, όπως μου λέει, ήταν «τόσο ισχυρό, που -στις ΗΠΑ μόνο- σκότωσε 50 με 500 χιλιάδες ανθρώπους». Εκτοτε, η Βον έμαθε να μην εμπιστεύεται καθόλου τις φαρμακοβιομηχανίες. Είναι μια whistleblower. «Δεν μπορούμε να βασιζόμαστε σε εταιρείες που κερδοσκοπούν κρατώντας μας αρρώστους. Ολα γίνονται για το κέρδος», επισημαίνει και προσθέτει ότι «οι φαρμακοβιομηχανίες έχουν αρκετά λεφτά για να χρηματοδοτούν ερευνητές, να ελέγχουν τα Μέσα, να εξαγοράζουν τους γιατρούς και δυστυχώς τις κυβερνήσεις».
Η επιχειρηματολογία της Βον επιβεβαιώνει τον ισχυρισμό του δημοσιογράφου και συγγραφέα του βιβλίου «Εμβόλια: Ιστορία της πιο σωτήριας ιατρικής ανακάλυψης» (Εκδόσεις Αρχιπέλαγος), Αρθουρ Αλεν, που θεωρεί ότι η εναντίωση στα εμβόλια σήμερα προκύπτει κυρίως από «ιδεολογίες περί αγνότητας, φυσικής ζωής και από συνωμοσιολογικές αντιλήψεις σχετικά με τις κυβερνήσεις και τις πολυεθνικές». Στα ελληνικά βιβλιοπωλεία τα 3 από τα 4 βιβλία που κυκλοφορούν για το γενικό κοινό είναι αντίθετα προς τα εμβόλια. Στο πλέον γνωστό απ’ αυτά, ο τίτλος είναι ενδεικτικός: «Η συνωμοσία των εμβολίων» (εκδόσεις Διόπτρα). Ο συγγραφέας του, Αντρέας Μόριτζ, αναπαράγει την πάγια αντίθεση στα εμβόλια με πειστικό τρόπο, καταλήγοντας ότι όχι μόνο δεν σώζουν, αλλά ότι είναι και επιζήμια. Ο Μόριτζ θεωρεί ότι, αν θέλουμε καλή υγεία, θα πρέπει να παράγουμε πολλή βιταμίνη D, γι’ αυτό συστήνει σε όλους άφθονη έκθεση στον ήλιο και υγιεινή διατροφή.
Ο φυσικός τρόπος ζωής, η φυσική άμυνα έναντι της τεχνολογικής παρέμβασης των εμβολίων επανέρχεται ξανά και ξανά στις συζητήσεις μου με τους αντιεμβολιαστές. Ο Λάρι Κουκ, ακτιβιστής κινηματογραφιστής και εμπνευστής της καμπάνιας «Stop Mandatory Vaccination» (Σταματήστε τους υποχρεωτικούς εμβολιασμούς), μου περιγράφει ότι όλες οι ασθένειες μπορούν να προληφθούν και να αντιμετωπιστούν με φυσικό τρόπο και με παραπέμπει σε πλήθος μελετών ενάντια στα εμβόλια. «Τα εμβόλια δεν λειτουργούν», μου λέει. «Εάν λειτουργούσαν, δεν θα υπήρχε καμία ανησυχία για τον μη εμβολιασμένο πληθυσμό. Οι εμβολιασμένοι δεν θα νοσούσαν από τις ασθένειες για τις οποίες έχουν εμβολιαστεί. Ομως αυτό δεν συμβαίνει. Το CDC και όσοι σπρώχνουν εμβόλια λένε ότι πρέπει όλοι να εμβολιαστούν για να λειτουργήσει το προϊόν. Προσωπικά, είχα ανεμοβλογιά, είχα παρωτίτιδα, το ξεπέρασα κι έχω ανοσία για πάντα. Δεν χρειάζεσαι τις ενέσεις. Χτίσε φυσικά το ανοσοποιητικό και, όταν και αν, την περάσεις, πάρε φυσικά φάρμακα ώστε μετά να έχεις ανοσία για πάντα».
Προστασία της αγέλης
Ορισμένοι αντιεμβολιαστές επικαλούνται το φαινόμενο της «προστασίας της αγέλης» και δεν εμβολιάζουν τα παιδιά τους. Οταν το επίπεδο εμβολιαστικής κάλυψης είναι υψηλό, προστατεύονται ακόμα και όσοι δεν έχουν εμβολιαστεί, και αυτό το ονομάζουμε «προστασία της αγέλης». Για την ιλαρά, βέβαια, το ποσοστό αυτό πρέπει να ξεπερνά το 95%. «Υπάρχει άλλο προϊόν στην ιστορία της ανθρωπότητας που πρέπει όλοι να το χρησιμοποιήσουν για να λειτουργήσει;» αναρωτιέται ρητορικά ο Κουκ. «Μόνο στον κόσμο των εμβολίων συμβαίνουν αυτά. Ακόμη και σε 100% εμβολιασμένους πληθυσμούς γίνονται εξάρσεις». Ωστόσο, πολλοί μιλούν για αντικοινωνική συμπεριφορά. «Αν σκέφτονταν όλοι έτσι, τότε κανείς δεν θα τα έκανε», μου λέει ο Μάσκατ. «Μια θετική πλευρά της αντιεμβολιαστικής κίνησης», προσθέτει η κυρία Θεοδωρίδου, «είναι η ανάπτυξη ακυτταρικού εμβολίου του κοκκύτη, όπως και οι προσπάθειες για βελτίωση της επιτήρησης των ανεπιθύμητων ενεργειών, αλλά και η δημιουργία προγράμματος αποζημίωσης από ανεπιθύμητες ενέργειες εμβολίων». Ο Κουκ, ωστόσο, επισημαίνει ότι σκανδαλωδώς στις ΗΠΑ «δεν μπορείς να μηνύσεις έναν κατασκευαστή για θάνατο ή τραυματισμό από εμβόλιο, καθώς η βιομηχανία απολαύει ομοσπονδιακής ασυλίας».
Ενας συμβατικός γιατρός μού είπε ανώνυμα ότι ορισμένοι συνάδελφοί του, προκειμένου να μη χάσουν την πελατεία τους και βλέποντας την επιφύλαξη πολλών γονιών, δέχονται να μην εμβολιάσουν ή να καθυστερήσουν δόσεις, γεγονός που θέτει σε κίνδυνο όλο το εμβολιαστικό πρόγραμμα. Ωστόσο, υπάρχουν ομοιοπαθητικοί και εναλλακτικοί γιατροί, κυρίως, που επικρίνουν ανοιχτά τα εμβόλια. Ενας απ’ αυτούς μου είπε επίσης ανώνυμα ότι «δεν μας σκοτώνουν ούτε οι ιοί ούτε τα μικρόβια. Μας σκοτώνουν τα ηλεκτρομαγνητικά κύματα, τα βαρέα μέταλλα, οι περιβαλλοντικές τοξίνες, η κάκιστη τροφή, τα φάρμακα, οι γιατροί και τα συντηρητικά». Ο γιατρός αυτός δηλώνει ότι ειδικεύεται στον εντοπισμό των αιτιών των χρόνιων ασθενειών και ότι απ’ τη δική του μελέτη προκύπτει πως τα προβλήματα των μισών ασθενών του έχουν αιτία τα εμβόλια. Επιπλέον, μου λέει ότι μία από τις κύριες αιτίες του αυτισμού των παιδιών που βλέπει είναι τα εμβόλια. «Ποτέ όμως δεν είναι η μόνη, γιατί, αν ήταν η μόνη, θα το πάθαιναν όλα», καταλήγει.
Μια κακή εμπειρία απ’ το σύστημα υγείας έκανε την Κ. Φ. να στραφεί στην ομοιοπαθητική και στην άρνηση των εμβολίων. «Στο πρώτο παιδί ο φόβος μας ήταν μεγάλος, γι’ αυτό τα κάναμε», μου λέει, «αλλά στο δεύτερο τα αρνηθήκαμε. Κάναμε έρευνα, διάβασα το βιβλίο ενός Ελληνα γιατρού, ψάξαμε και στο διαδίκτυο, ρωτήσαμε ανθρώπους που είχαν σχετικές εμπειρίες και αποφασίσαμε να πάρουμε το ρίσκο». Ο Πολ Οφιτ έχει διαφορετική γνώμη για το θέμα: «Ας υποθέσουμε ότι θέλετε να κάνετε το εμβόλιο της ανεμοβλογιάς. Για να αποφασίσετε, θα πρέπει να διαβάσετε τις 300 μελέτες που έχουν δημοσιευθεί για το συγκεκριμένο εμβόλιο και δεν είναι εύκολο να το κάνετε αυτό, γιατί θα έπρεπε να έχετε βασικές γνώσεις επιδημιολογίας, ανοσολογίας, στατιστικής. Οταν οι άνθρωποι λένε ότι κάνουν έρευνα, εννοούν ότι έχουν διαβάσει τις απόψεις άλλων ανθρώπων στο διαδίκτυο, αυτό δεν είναι έρευνα. Υπάρχουν καλές ιστοσελίδες που μιλούν για τα οφέλη και το ρίσκο των εμβολίων. Δεν είναι δύσκολο να διακρίνει κανείς τις καλές απ’ τις κακές ιστοσελίδες, γιατί οι κακές ιστοσελίδες συνήθως πωλούν κάτι, συμπληρώματα διατροφής π.χ., ή διαφημίζουν δικηγόρους που κάνουν αγωγές σε εταιρείες».
Ο Οφιτ υποστηρίζει ότι τα media συνηθίζουν να παρουσιάζουν ιστορίες που έχουν δύο όψεις, γιατί θέλουν να εξάπτουν το ενδιαφέρον των καταναλωτών τους. «Η θρησκεία, η φιλοσοφία, η πολιτική έχουν όντως δύο πλευρές, αλλά η επιστήμη δεν είναι πολιτικώς ορθή απ’ αυτή την άποψη», μου λέει. «Στην επιστήμη δομείς μια υπόθεση, την εξετάζεις και στο τέλος είσαι ή σωστός ή λάθος. Ο Αντριου Ουέικφιλντ είπε ότι το εμβόλιο MMR (ιλαράς-ερυθράς-παρωτίτιδας) προκαλούσε αυτισμό και ήταν θετικό που το είπε, γιατί είναι σωστό να κάνεις υποθέσεις. Ωστόσο, η υπόθεσή του εξετάστηκε σε πολλές έρευνες και βρέθηκε ότι δεν ήταν σωστή: το MMR δεν προκαλεί αυτισμό. Τα media όμως συνεχίζουν να παρουσιάζουν δύο πλευρές για τα εμβόλια, σαν να εξακολουθούν να υπάρχουν δύο πλευρές. Αυτό το ονομάζω θέμα της ψευδούς ισορροπίας».
Ωστόσο, κάθε λίγο έρχεται στην επικαιρότητα μια αφορμή που προκαλεί το δόγμα του Οφιτ και επαναφέρει τη συζήτηση στο επίπεδο μιας παλιάς και σκληρής διαμάχης, που ξεκινά από την εφεύρεση του πρώτου κιόλας εμβολίου στα τέλη του 18ου αιώνα απ’ τον Εντουαρντ Τζένερ και συνεχίζεται έως τις μέρες μας. Πρόσφατα, το ντοκιμαντέρ «Vaxxed: Απ’ τη συγκάλυψη στην καταστροφή» του γιατρού Ουέικφιλντ έγινε δεκτό στο κινηματογραφικό φεστιβάλ του ηθοποιού Ρόμπερτ Ντε Νίρο, Tribeca, και αποσύρθηκε μετά από λίγο εν μέσω έντονων διαμαρτυριών. Ο Ουέικφιλντ έχει χάσει ακόμη και την άδεια άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος, αλλά για τους αντιεμβολιαστές αυτό δεν λέει κάτι καινούργιο. Για εκείνους, ο αντίπαλος είναι ένας παντοδύναμος Γολιάθ που μπορεί να κάνει ό,τι θέλει και κυρίως να απαξιώνει όσους του αντιστέκονται, ακόμη και να τους βγάζει εντελώς απ’ τη μέση. Στο διαδίκτυο μεταδίδονται με ιοβόλο τρόπο ειδήσεις για περίεργους θανάτους Αμερικανών ομοιοπαθητικών γιατρών που μιλούσαν ενάντια στους εμβολιασμούς.
Το κίνημα
Σε έναν κόσμο που θα λειτουργούσε με το αλάνθαστο επιστημονικό κριτήριο του Οφιτ και μόνο, η διαμάχη γύρω απ’ τους εμβολιασμούς πιθανώς να μην είχε θέση. Κάνοντας όμως ένα άλμα στο παρελθόν, θα δούμε ότι στα 200 χρόνια της ιστορίας τους έχουν προκαλέσει αντιδράσεις για ποικίλους λόγους και όχι πάντα πολύ ορθολογικούς. Στην αρχή οι αντιστάσεις είχαν θρησκευτικό χαρακτήρα, αλλά στη συνέχεια τροποποιήθηκαν και ισχυροποιήθηκαν. Απ’ τη Μεγάλη Βρετανία η αντίσταση πέρασε στις ΗΠΑ κι εκεί βρήκε πρόσφορο έδαφος για να γονιμοποιηθεί. Από τη δεκαετία του ’70 και μετά, το αντιεμβολιαστικό ήθος έλαβε τα χαρακτηριστικά κινήματος.
Αν θέλαμε να συνοψίσουμε τις κατηγορίες ενάντια στα εμβόλια, αυτές αφορούν κυρίως στα συστατικά και τα συντηρητικά τους (υδράργυρο, αλουμίνιο), καθώς και στην υποτιθέμενη σύνδεσή τους με τον αυτισμό. «Σε συγκεκριμένες περιόδους υπήρξαν εμβόλια με πολλές επιπλοκές και κινδύνους», λέει ο Αλεν. «Σήμερα, ωστόσο, τα δεδομένα λένε ότι τα εμβόλια είναι πολύ ασφαλή και, όποτε υπάρχουν παρενέργειες, ερευνώνται πάντα εξονυχιστικά. Εχω γνωστούς στον εθνικό ελεγκτικό μηχανισμό των εμβολίων που, αν βρουν πρόβλημα σε εμβόλιο, θα κάνουν πάρτι απ’ τη χαρά τους γιατί παίρνουν πολύ στα σοβαρά τη δουλειά τους». «Το πιο κοινό πρόβλημα», επισημαίνει ο Οφιτ, «είναι ένας σταθεροποιητής που ονομάζεται jellon (ζελατίνη), ο οποίος προκαλεί υπερευαισθησία ή αλλεργικές αντιδράσεις περίπου σε 1 στα 2 εκατομμύρια ανθρώπους και γι’ αυτόν το λόγο πρέπει να καθίσεις 15 λεπτά στο γραφείο αφού κάνεις το εμβόλιο. Ολες οι άλλες επιπλοκές είναι πολύ πολύ σπάνιες. Το εμβόλιο της πολιομυελίτιδας που δινόταν απ’ το στόμα μπορούσε να προκαλέσει πολιομυελίτιδα σε 1 στα 2,4 εκατομμύρια δόσεις. Παρότι σπάνιο, ήταν υπαρκτό. Το εμβόλιο της ιλαράς, επίσης, μπορεί να προκαλέσει θρομβοπενία σε 1 στους 30 χιλιάδες».
Παίζοντας με τις πιθανότητες
Ενα ζευγάρι γονιών, που θέλει να διατηρήσει την ανωνυμία του, όταν ακούει αυτή την αναλογία, μου λέει: «Κι αν είσαι εσύ ένας απ’ αυτούς τους 30 χιλιάδες;». Το ζευγάρι είχε την ατυχία πριν από μία δεκαετία να βιώσει τις παρενέργειες του εμβολίου στο μόλις δύο μηνών παιδί του και μου περιγράφει τη ζωή των πρώτων δύο χρόνων του σαν μια κόλαση. «Στις οκτώ μέρες μετά τη χορήγηση του εμβολίου παρουσίασε αλλεργική αντίδραση. Ακαριαία, σ’ ένα βράδυ, και κράτησε τέσσερα ολόκληρα χρόνια. Γέμισε το πρόσωπό του με σπυριά, άνοιξε όλο το τριχωτό της κεφαλής και έτρεχε κίτρινο υγρό. Εβγαλε έκζεμα σε όλο του το σώμα και του προκλήθηκαν τροφικές αλλεργίες που μπορεί να έχει για πάντα. Το δερματικό το έχει ακόμα σε πολύ ήπια μορφή, αλλά, αν φάει κατά λάθος κάτι που δεν πρέπει, ενεργοποιείται πάλι το σύστημα και παθαίνει αναφυλακτικό σοκ». Ως αποτέλεσμα, το ζευγάρι με τη σύμφωνη γνώμη των γιατρών, δεν εμβολίασε καθόλου το επόμενο παιδί του. Η μητέρα μού λέει ότι παρατηρεί πως τα παιδιά της είναι πιο υγιή απ’ τα εμβολιασμένα, γιατί «τα εμβόλια καταστρέφουν τη φυσική άμυνα του οργανισμού. Τα δικά μου, επειδή έχουν φυσική άμυνα, περνούν μια ίωση σε δύο μέρες εκεί που τα εμβολιασμένα χρειάζονται μία εβδομάδα».
Επαγγελματίες ακτιβιστές
Ο Οφιτ διακρίνει δύο βασικές τάσεις μέσα στο αντιεμβολιαστικό κίνημα. «Απ’ τη μια υπάρχει ένα αντιεμβολιαστικό αίσθημα», μου λέει, «είναι άνθρωποι που δεν νιώθουν να τους αφορά το ζήτημα, που δεν βλέπουν την ανάγκη, αλλά δεν είναι σκληροπυρηνικοί. Επειτα, είναι οι επαγγελματίες. Η Μπάρμπαρα Λόι Φίσερ και οι άλλοι. Ναι, είμαι πολύ επικριτικός μαζί τους. Πιστεύω ότι παραπληροφορούν, ότι τοποθετούν κακές πληροφορίες στο διαδίκτυο και ότι παρακινούν τους ανθρώπους να πάρουν κακές αποφάσεις που θα βλάψουν τα παιδιά τους. Ναι, αυτούς δεν έχω κανένα πρόβλημα να τους δαιμονοποιώ», μου δηλώνει απερίφραστα. Στις μομφές αυτές οι αντιεμβολιαστές απαντούν μ’ ένα ισχυρό επιχείρημα: «Τα κέρδη από τα συμπληρώματα διατροφής και τις εναλλακτικές θεραπείες», λέει ο Κουκ, «δεν μπορούν να συγκριθούν με τα κέρδη της φαρμακοβιομηχανίας».
Στο χάος του διαδικτύου
Η κυρία Θεοδωρίδου παρατηρεί ότι στο διαδίκτυο κυριαρχεί η αντιεμβολιαστική ρητορική και με παραπέμπει σε μια είδηση που δεν βλέπει να αναπαράγεται όσο οι τρομακτικές μαρτυρίες για τις παρενέργειες. «Το καλοκαίρι του 2015 ξέσπασε επιδημία ιλαράς στην Ισπανία και ένα παιδί πέθανε, ενώ νόσησαν ακόμα έξι γύρω του. Αυτό που κατέληξε ήταν το ανεμβολίαστο», σημειώνει. Φαίνεται πάντως ότι οι χρήστες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης δεν έχουν μεγάλη συνείδηση της ευθύνης τους. Υπάρχει στην πλατεία του facebook μια ομάδα, της οποίας οι διαχειριστές, πολίτες χωρίς καμία εξειδίκευση ή αξιοπιστία σε σχέση με την ιατρική επιστήμη, παρέχουν, οι ίδιοι ή άλλα μέλη της ομάδας, ιατρικές συμβουλές σε ανυποψίαστους χρήστες. Ανθρωποι απλοί, νέες μητέρες κυρίως, απευθύνονται σ’ έναν όχλο αμφίβολης επάρκειας για να πάρουν γνώμη σχετικά με το αν θα εμβολιάσουν τα παιδιά τους ή όχι, για το πώς θα αντιμετωπίσουν μια μόλυνση και άλλα πιο εξεζητημένα ιατρικά θέματα. Στο γκρουπ κυκλοφορεί μέχρι και λίστα με ονόματα εναλλακτικών ή και συμβατικών γιατρών που δέχονται να μην εμβολιάσουν τα παιδιά των πελατών τους.
Κάνοντας κάποιος μια απλή αναζήτηση στο διαδίκτυο για τους μύθους και τις αλήθειες γύρω απ’ τα εμβόλια, κατά πάσα πιθανότητα, αν δεν έχει παρωπίδες, θα βρεθεί σε έντονη σύγχυση. Η δική μου έρευνα προσέκρουε συνέχεια πάνω στο ζήτημα της εμπιστοσύνης. Θα εμπιστευτείς έναν αρμόδιο γιατρό του ΠΟΥ ή έναν αμφιλεγόμενο ερευνητή; Μια καθηγήτρια Παιδιατρικής ή μια ανήσυχη μητέρα; Εναν συνωμοσιολόγο ή έναν ειδικό στα εμβόλια; Εναν τυχαίο χρήστη του διαδικτύου ή τις επίσημες Αρχές της υγείας; Μια έρευνα χορηγούμενη απ’ τη βιομηχανία ή μια ανεξάρτητη; Κάποιους ελκυστικούς ακτιβιστές ή έναν ερευνητή δημοσιογράφο; Ισως, όντως, μερικές απαντήσεις να μην είναι καθόλου εύκολες.
«Ο υγιής σκεπτικισμός είναι θεμιτός», μου λέει ο Οφιτ, αλλά ο κυνισμός δεν είναι. Πριν από 50 χρόνια οι εμβολιασμοί δεν ήταν θέμα, γιατί ο κόσμος εμπιστευόταν τους υπευθύνους της Υγείας, πράγμα που εξακολουθεί να ισχύει και σήμερα έως ένα βαθμό, απλώς τώρα έχουμε γίνει πιο κυνικοί και πιο καχύποπτοι». Προσωπικά, ως πιο πραγματιστής, θα προτιμούσα να ενισχυθούν οι ελεγκτικοί μηχανισμοί του κράτους και να συνεχιστεί ο ανοιχτός, υγιής και γόνιμος διάλογος για τους εμβολιασμούς.
kathimerini